Κάποτε, πριν πολλά-πολλά χρόνια, ο Μάρτιος ήταν ο πρώτος μήνας του χρόνου, κι όχι ο Γενάρης. Άλλωστε ήταν και είναι ο μήνας που ανθίζουν τα πρώτα λουλούδια και η πλάση γεμίζει ευωδιές.

Έτσι λοιπόν, οι υπόλοιποι μήνες του είχαν παραχωρήσει αυτό το προνόμιο. Μια μέρα, όλοι οι μήνες αποφάσισαν να φτιάξουν κρασί μέσα σε ένα μεγάλο βαρέλι, για να έχουν να πίνουν όποτε θελήσουν.

Πετάγεται λοιπόν ο Μάρτης και λέει: Τα αδέλφια του δεν είχαν αντίρρηση. Έτσι, τον πρώτο μούστο τον έριξε ο Μάρτης και ακολούθησαν στη συνέχεια και οι υπόλοιποι έντεκα μήνες. Ο καιρός πέρασε και ο μούστος έγινε κρασί.

Έτσι τα 12 αδέλφια αποφάσισαν να πιουν το περιεχόμενο του βαρελιού.

– Εγώ θα πρέπει να πιω πρώτος, γιατί εγώ έβαλα τον πρώτο μούστο στο βαρέλι, φώναξε αποφασιστικά ο Μάρτης. Οι άλλοι μήνες τον κοίταξαν καχύποπτα, αλλά δεν τόλμησαν να του φέρουν αντίρρηση. Έτσι, ο αλαζόνας Μάρτης έκανε μια πονηριά. Αντί να μοιραστεί το κρασί με τους υπόλοιπους, έκανε μια τρύπα πολύ κοντά στον πάτο του βαρελιού κι από εκείνη έπινε κι έπινε και τελειωμό δεν είχε. Μέχρι που κάποια στιγμή το βαρέλι άδειασε.

Μόλις πήγαν κι οι υπόλοιποι μήνες να πιουν λίγο κρασί, κατάλαβαν τι είχε συμβεί. Ο Γενάρης, που ήταν και ο μεγαλύτερος αδερφός, θύμωσε πάρα πολύ κι έκανε τον Μάρτη τουλούμι στο ξύλο.

Μετά από αυτό, αποφασίστηκε ο Ιανουάριος να είναι ο πρώτος μήνας του χρόνου. Γι΄ αυτό ο Μάρτης, πότε είναι ηλιόλουστος και πότε βροχερός. Όταν θυμάται τη φάρσα που έκανε στα αδέλφια του και το γλυκό κρασί, τότε γελάει και το πρόσωπό του λάμπει. Όταν όμως θυμάται το ξύλο που έφαγε, κλαίει γοερά.

Ο λαός μας πάντα εντυπωσιαζόταν από τις απότομες αλλαγές καιρού του Μαρτίου, γι΄ αυτό κι έφτιαχνε διάφορες ιστορίες και παροιμίες, όπως «Μάρτης, γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης» ή «Του Μάρτη του αρέσει να ‘ναι πάντα στο διπλό, μια στις δέκα να ‘χει ήλιο και τις άλλες ξυλιασμό».